Ο Donald Trump κατηγορεί ξανά τη Beyoncé για δήθεν πληρωμή 11 εκατομμυρίων από την Kamala Harris, αγνοώντας τα αποδεικτικά στοιχεία
Ο Donald Trump επέστρεψε στις ψηφιακές του επιθέσεις, αυτή τη φορά με στόχο την Beyoncé, επαναφέροντας μια ήδη διαψευσμένη θεωρία πως η τραγουδίστρια έλαβε παράνομα 11 εκατομμύρια δολάρια για να υποστηρίξει δημόσια την Kamala Harris. Το μήνυμα ήρθε μέσω του Truth Social, με τον πρώην πρόεδρο να επιμένει σε ένα αφήγημα που δεν φαίνεται να στηρίζεται σε καμία απολύτως τεκμηρίωση.
Η επίμαχη κατηγορία ισχυρίζεται ότι η Beyoncé πληρώθηκε υπέρογκα ποσά για να εμφανιστεί στη σκηνή ενός πολιτικού event της Harris στο Χιούστον τον Οκτώβριο του 2024. Μόνο που, όπως έχουν αναδείξει μεγάλα μέσα ενημέρωσης όπως το CNN και η New York Times, αυτή η φήμη έχει καταρριφθεί πολλές φορές. Δεν υπάρχει καμία ένδειξη πως η superstar τραγουδίστρια αποκόμισε προσωπικό οικονομικό όφελος από την πολιτική της εμφάνιση.
📌 Διαβάστε Επίσης: Miley Cyrus: «Η Beyoncé είναι o Prince και o Michael Jackson της εποχής μας»
Η αλήθεια, σύμφωνα με δημόσια στοιχεία από την εκλογική επιτροπή, είναι πολύ διαφορετική. Μόλις 165.000 δολάρια καταγράφηκαν ως δαπάνη της καμπάνιας Harris προς την εταιρεία παραγωγής της Beyoncé, ποσό που αντιστοιχούσε στα έξοδα σκηνής, τεχνικών, φωτισμού και προσωπικού. Καμία απόδειξη για πληρωμή στην ίδια την καλλιτέχνιδα. Αντίθετα, η μητέρα της Beyoncé, Tina Knowles, δήλωσε ξεκάθαρα στα social media ότι η κόρη της όχι μόνο δεν πήρε αμοιβή, αλλά κάλυψε και τα δικά της έξοδα μετακίνησης και εμφάνισης.
Ο Trump, ωστόσο, επιμένει. Σε πρόσφατη ανάρτησή του, την οποία συνόδευσε με ειρωνικά σχόλια για άλλες προσωπικότητες όπως η Oprah Winfrey και ο Al Sharpton, δήλωσε ότι «οι Δημοκρατικοί παραδέχονται ότι πλήρωσαν 11 εκατομμύρια δολάρια στη Beyoncé χωρίς να τραγουδήσει ούτε νότα». Το CNN, το Associated Press και αρκετές ανεξάρτητες πλατφόρμες fact-checking διαψεύδουν όλα αυτά με ακρίβεια.
Αυτό που εντυπωσιάζει είναι το timing. Οι δηλώσεις αυτές έγιναν την ίδια περίοδο που ο Trump δέχεται αυξανόμενη πίεση από τους υποστηρικτές του να αποκαλύψει περισσότερα για τη σχέση του με τον Jeffrey Epstein. Ο συγχρονισμός έχει ερμηνευτεί από πολλούς ως προσπάθεια να στρέψει την προσοχή αλλού, μακριά από τις δικές του αμφιλεγόμενες σχέσεις.
📌 Διαβάστε Επίσης: Nicki Minaj – SZA: Η διαμάχη που πήρε φωτιά και οι αποκαλύψεις για Drake και Beyonce
Στο ίδιο ύφος, πριν από λίγες εβδομάδες ο Trump είχε δηλώσει πως σχεδιάζει να ξεκινήσει «μεγάλη έρευνα» για τις καλλιτεχνικές εμφανίσεις στις καμπάνιες Harris, κατηγορώντας την Beyoncé, τον Bono, τον Bruce Springsteen και την Oprah για «παράνομες συνεισφορές». Μέχρι σήμερα δεν έχει παρουσιαστεί κανένα αποδεικτικό στοιχείο. Ούτε έχουν ανακοινωθεί επίσημες έρευνες.
Το νομικό πλαίσιο στις ΗΠΑ για πολιτικές εμφανίσεις διασημοτήτων είναι ξεκάθαρο: οι υποψήφιοι μπορούν να πληρώνουν για έξοδα παραγωγής, αλλά δεν επιτρέπεται να καταβάλλονται χρήματα ως ανταμοιβή για την υποστήριξη. Οι εμφανίσεις πρέπει να είναι εθελοντικές. Ακριβώς όπως ήταν και αυτή της Beyoncé, σύμφωνα με όλες τις μέχρι στιγμής διαθέσιμες αποδείξεις.
Αξίζει να σημειωθεί πως η Beyoncé είχε δώσει άδεια να χρησιμοποιηθεί το τραγούδι της “Freedom” ως επίσημο campaign anthem της Harris. Αλλά ούτε αυτό συνιστά πληρωμή. Είναι απλά μια μουσική υποστήριξη, όπως έχουν κάνει αμέτρητοι καλλιτέχνες στο παρελθόν.
Το γεγονός πως αυτές οι θεωρίες συνεχίζουν να ανακυκλώνονται, αποδεικνύει την ισχύ της παραπληροφόρησης. Ενώ η αλήθεια είναι προσβάσιμη και δημοσιευμένη, η αναπαραγωγή ανακριβών ειδήσεων στα social media και από δημόσιες φιγούρες δημιουργεί σύγχυση και διχασμό.
Η σύγκρουση Trump-Beyoncé δεν είναι μόνο πολιτική, είναι και πολιτισμική. Εκπροσωπούν δύο εντελώς διαφορετικούς κόσμους: εκείνον του λαϊκισμού και της συντηρητικής ρητορικής από τη μία, και εκείνον της προοδευτικής τέχνης, της ενδυνάμωσης και της pop κουλτούρας από την άλλη. Ίσως αυτός να είναι και ο λόγος που τέτοιες επιθέσεις επανέρχονται – γιατί η Beyoncé έχει γίνει σύμβολο κάτι πολύ μεγαλύτερου από τη μουσική.
Το μόνο σίγουρο είναι πως όσο το πολιτικό κλίμα θερμαίνεται, τέτοιου είδους ανυπόστατες επιθέσεις θα συνεχίσουν. Και το βάρος πέφτει στο κοινό – να διακρίνει την αλήθεια από τη φαντασία, να επιλέξει την τεκμηρίωση έναντι της εντυπώσεως.