Ο Mike “The Mic” Millard υπήρξε ένας από τους πιο αθόρυβους αλλά καθοριστικούς ήρωες της ροκ ιστορίας. Ο άνθρωπος που ηχογράφησε κρυφά περισσότερες από 300 συναυλίες μεταξύ 1973 και 1993, χωρίς να κερδίσει ούτε ένα δολάριο, είδε το όνομά του να περνά στη μουσική αθανασία όταν η Sony ανακοίνωσε πως θα συμπεριλάβει μία από τις πιο θρυλικές ηχογραφήσεις του στο νέο box set των Pink Floyd “Wish You Were Here – 50th Anniversary”. Μισό αιώνα μετά, η μουσική δικαιώνει τον άνθρωπο που αφιέρωσε τη ζωή του στο να διασώσει τον ήχο της σκηνής.
Τον Απρίλιο του 1975, οι Pink Floyd εμφανίστηκαν για πέντε διαδοχικές βραδιές στο Los Angeles Sports Arena. Ήταν η περίοδος της “Wish You Were Here Tour”, μια εποχή όπου το συγκρότημα βρισκόταν στο απόγειο της δημιουργικότητάς του, αλλά και της μυστηριακής αύρας του. Έξω από τον χώρο επικρατούσε χάος· εκατοντάδες θαυμαστές συνελήφθησαν από την αστυνομία, κυρίως για κατοχή κάνναβης. Μέσα σε αυτό το σκηνικό, δύο φίλοι, ο Mike Millard και ο Jim Reinstein, ετοίμαζαν κάτι εντελώς διαφορετικό: μια μυστική αποστολή που θα άλλαζε για πάντα τη μουσική συλλεκτική ιστορία.
Ο Millard είχε μαζί του έναν τεράστιο κασετόφωνο Nakamichi 550, κρυμμένο κάτω από το κάθισμα ενός αναπηρικού αμαξιδίου που δεν χρειαζόταν πραγματικά. Οι μικροί AKG μικροφωνίσκοι ήταν προσεκτικά δεμένοι μέσα στα ρούχα του. Η πρόφαση του “προβλήματος πέψης” ήταν αρκετή για να αποφύγουν τον σχολαστικό έλεγχο της αστυνομίας. Με αυτό το τέχνασμα, κατάφερε να περάσει τον εξοπλισμό και να καταγράψει μια από τις πιο καθαρές, δυναμικές και πιστές ηχογραφήσεις που είχαν ακουστεί ποτέ από κοινό — μια ζωντανή εμπειρία που οι ίδιοι οι Pink Floyd δεν είχαν αποτυπώσει ποτέ επίσημα.
Η ειρωνεία είναι πως εκείνη την εποχή, το συγκρότημα δεν είχε δώσει σημασία στη σημασία της ηχογράφησης των συναυλιών του. Κανένα πολυκάναλο σύστημα, κανένα “mobile truck” έξω από τον χώρο, μόνο κάποιες πρόχειρες ηχογραφήσεις κονσόλας που συχνά κατέληγαν χαμένες. Το αποτέλεσμα ήταν πως, πενήντα χρόνια αργότερα, η καλύτερη καταγραφή της περιοδείας προερχόταν όχι από το συγκρότημα, αλλά από έναν νεαρό φαν με μικρόφωνα μέσα στο καπέλο του.
Ο Reinstein θυμάται τον φίλο του σαν έναν τελειομανή που ζούσε μόνο για τη μουσική. “Δεν ήθελε να πουλήσει τίποτα. Δεν ήθελε λεφτά. Ήθελε να φτιάξει την καλύτερη δυνατή ηχογράφηση, σαν να ήθελε να κρατήσει ένα κομμάτι από τη μαγεία εκείνης της νύχτας για πάντα”. Οι δυο τους έφτιαχναν μικρές “αποστολές” σχεδόν κάθε εβδομάδα — από τους Led Zeppelin μέχρι τους Genesis και τους Yes. Ήταν η χρυσή εποχή των συναυλιών στο Λος Άντζελες, και οι ήχοι που αποθήκευαν στις κασέτες τους έμελλε να γίνουν ιστορικοί θησαυροί.
Στις αρχές, οι χώροι ήταν ελαστικοί. Ένας τύπος με ένα κασετόφωνο δεν προκαλούσε υποψίες. Όμως, όταν οι bootlegs άρχισαν να εμφανίζονται στα δισκοπωλεία, οι εταιρείες αντέδρασαν. Ο Millard, που αντιπαθούσε το παράνομο εμπόριο των ηχογραφήσεων, αποφάσισε να πάει πιο “υπόγεια”. Εφηύρε τη μέθοδο του αναπηρικού αμαξιδίου, έμαθε πώς να συνδέει μικρόφωνα κάτω από ρούχα, πώς να ρυθμίζει τα επίπεδα ήχου χωρίς να τραβάει βλέμματα. Και, κυρίως, πώς να αποφεύγει τη σύλληψη.
📌 Διαβάστε Επίσης: Pink Floyd: Το “Wish You Were Here” γίνεται 50 και γιορτάζει με επανέκδοση που θα τρελάνει τους fans
Το 1975, όταν οι Led Zeppelin έπαιξαν στο Forum, ο Millard ήταν εκεί — στην πρώτη σειρά. Ο Reinstein θυμάται να βλέπει τον διαβόητο μάνατζερ Peter Grant να περιπολεί ανάμεσα στο κοινό. “Ξέραμε πως αν μας έπιαναν, θα μας διέλυαν. Αλλά ο Mike δεν φοβόταν. Ήταν αφοσιωμένος”.
Τα χρόνια πέρασαν, αλλά η ποιότητα των ηχογραφήσεων του Mike “The Mic” Millard έμεινε θρυλική. Όταν οι κασέτες άρχισαν να διαρρέουν στο διαδίκτυο τη δεκαετία του 2000, το όνομά του έγινε συνώνυμο της απόλυτης ποιότητας. Κάθε φορά που κάποιος έβρισκε ένα “Millard tape”, ήξερε ότι άκουγε την καλύτερη δυνατή εκδοχή μιας συναυλίας.
Ο Millard, όμως, δεν πρόλαβε να δει την αναγνώριση. Πάλεψε για χρόνια με την κατάθλιψη και αυτοκτόνησε το 1994. Οι κασέτες του έμειναν στο σπίτι της μητέρας του, ξεχασμένες, μέχρι που ένας κοινός φίλος τις βρήκε και τις ανέβασε στο διαδίκτυο. Από εκεί, η φήμη του εξαπλώθηκε σε όλο τον κόσμο.
📌 Διαβάστε Επίσης: David Gilmour: Θέλει να δει τον εαυτό του σε Pink Floyd avatar show στο Las Vegas Sphere
Ο μουσικός αρχειοθέτης Erik Flannigan, που υπογράφει το booklet του νέου box set, λέει πως “αν ο Mike ζούσε σήμερα, θα ένιωθε δικαιωμένος”. Η ηχογράφησή του από το 1975 αποτελεί πλέον επίσημο κομμάτι της δισκογραφίας των Pink Floyd — κάτι που, όπως λέει ο ίδιος, “δίνει σάρκα και οστά στο πάθος του”.
Ο Steve Wilson, υπεύθυνος για την αποκατάσταση του ήχου, παραδέχεται ότι η ποιότητα του bootleg ξεπέρασε κάθε προσδοκία. “Έχει όλα τα χαρακτηριστικά μιας ερασιτεχνικής ηχογράφησης, αλλά είναι μαγικά ισορροπημένη. Ο ήχος του χώρου, η ενέργεια του κοινού, το βάθος — όλα υπάρχουν εκεί”. Με προσεκτική αποκατάσταση, το αποτέλεσμα έγινε ένα ηχητικό ντοκουμέντο που ενώνει γενιές μουσικόφιλων.
📌 Διαβάστε Επίσης: Η Disney αποχαιρετά τους Aerosmith: Το Rock ‘n’ Roller Coaster κλείνει μετά από 26 χρόνια
Ο Reinstein, που συνεργάστηκε μαζί του για δεκαετίες, συγκινείται όταν μιλά για την αναγνώριση του φίλου του. “Ο Mike δεν ήθελε ποτέ φήμη. Ήθελε να αποτυπώσει αυτό που αγαπούσε. Αν ήξερε ότι τώρα το έργο του αναγνωρίζεται, ίσως να είχε βρει λόγο να συνεχίσει”.
Σήμερα, το όνομα του Mike “The Mic” Millard έχει γίνει συνώνυμο της αφοσίωσης, της αγάπης για τη μουσική και της τέχνης της ηχογράφησης. Η ιστορία του αποδεικνύει ότι μερικές φορές, εκείνοι που κινούνται σιωπηλά στα παρασκήνια είναι εκείνοι που αφήνουν τον πιο καθαρό ήχο πίσω τους. Και τώρα, μέσα από την επίσημη κυκλοφορία των Pink Floyd, ο θρύλος του βρίσκει επιτέλους τη θέση που του αξίζει.