Ο Βρετανός συνθέτης και μαέστρος Λίο Γκέγιερ δεν μπορούσε να φανταστεί ότι η επίσκεψή του στο Άουσβιτς-Μπίρκεναου πριν από οκτώ χρόνια θα του άλλαζε τη ζωή. Σε αυτό το μέρος ανείπωτης φρίκης, όπου πάνω από 1,1 εκατομμύρια άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, ο Γκέγιερ ανακάλυψε κάτι που τον συγκλόνισε: 210 μουσικές παρτιτούρες – απομεινάρια μιας ιστορίας που είχε μείνει θαμμένη στο χρόνο.
Αυτές οι παρτιτούρες, κάποτε παιγμένες από τις ορχήστρες των κρατουμένων, εξυπηρετούσαν πολλαπλούς σκοπούς. Ήταν μέσο ψυχαγωγίας για τους Ναζί φρουρούς, κάλυψη των τρομακτικών ήχων από τις εκτελέσεις και, σε ορισμένες περιπτώσεις, ένα κρυφό όπλο αντίστασης των ίδιων των κρατουμένων.
Η ανακάλυψη που συγκλόνισε τον Γκέγιερ
Όπως εξομολογήθηκε ο συνθέτης στον The Guardian: «Ήταν ένα ατύχημα. Ο αρχειοφύλακας του στρατοπέδου μου ανέφερε τυχαία ότι υπήρχαν κάπου κρυμμένες παρτιτούρες στα βάθη των αρχείων».
Γνωρίζοντας για την ύπαρξη των ορχηστρών στο Άουσβιτς, ο Γκέγιερ δεν μπορούσε να πιστέψει ότι θα είχαν επιβιώσει ντοκουμέντα από εκείνη την εποχή. Οι Ναζί είχαν καταστρέψει τα περισσότερα αρχεία λίγο πριν από την άφιξη του Κόκκινου Στρατού. Παρόλα αυτά, ο Γκέγιερ βρήκε μερικές από αυτές τις μουσικές μαρτυρίες, αν και κατεστραμμένες.
«Ήταν σαν να γινόμουν ντετέκτιβ της μουσικής», είπε χαρακτηριστικά, περιγράφοντας την πολύχρονη προσπάθειά του να αποκρυπτογραφήσει και να αναδημιουργήσει αυτές τις μελωδίες.
Το αποτέλεσμα της δουλειάς του παρουσιάζεται στο ντοκιμαντέρ «Η Χαμένη Μουσική του Άουσβιτς», που κάνει πρεμιέρα στη βρετανική τηλεόραση με αφορμή την 80ή επέτειο από την απελευθέρωση του στρατοπέδου.
Η μουσική ως εργαλείο εξόντωσης και αντίστασης
Η ύπαρξη ορχηστρών σε ένα στρατόπεδο συγκέντρωσης φαίνεται παράδοξη, αλλά οι Ναζί αξιοποίησαν τη μουσική ως μέρος της μηχανής εξόντωσης. Οι κρατούμενοι-μουσικοί έπαιζαν για να καλωσορίσουν τα βαγόνια με τους μελλοθάνατους, για να συνοδεύσουν τους κρατούμενους στις καταναγκαστικές εργασίες ή για να διασκεδάσουν τους φρουρούς των SS.
«Οι άνδρες των SS καθόντουσαν, απολαμβάνοντας μπύρες, ενώ η ορχήστρα έπαιζε», θυμάται η Ora Markstein, επιζήσασα του Ολοκαυτώματος.
Όμως, η μουσική ήταν και μέσο αντίστασης. Οι κρατούμενοι συνέθεταν τραγούδια με κρυφά, ανατρεπτικά μηνύματα, θρηνώντας τη μοίρα τους και καλώντας σε επανάσταση.
Η δύναμη της μουσικής μέσα στην απελπισία
Ο επιζών του Ολοκαυτώματος, Γιολάν Φρανκ, περιέγραψε τη μουσική ως μια ανατριχιαστική εμπειρία: «Η συμφωνική ορχήστρα έπαιζε… Ποτέ δεν είχα ακούσει τόσο όμορφη μελωδία. Δεν σου περνάει από το μυαλό κάτι κακό».
Αυτή η παράδοξη ομορφιά μέσα στην κόλαση της Γης είναι που ώθησε τον Γκέγιερ να αφιερώσει τη ζωή του στη διάσωση αυτών των μουσικών μαρτυριών. Σε συνεργασία με την ορχήστρα του, κατάφερε να αναδημιουργήσει ορισμένα από τα έργα που είχαν συντεθεί και παιχτεί στο Άουσβιτς.
Η σημασία της μνήμης
Για τον Γκέγιερ, το έργο αυτό δεν είναι μόνο μια πράξη ιστορικής διάσωσης, αλλά και μια υπενθύμιση της σημασίας της μνήμης. Όπως δήλωσε: «Η μουσική μας δίνει τη δυνατότητα να προσεγγίσουμε το Ολοκαύτωμα με έναν νέο τρόπο. Δυστυχώς, η σημασία της μνήμης του Ολοκαυτώματος είναι πιο κρίσιμη από ποτέ».
Το εγχείρημά του ξεκίνησε με το κομμάτι «Μάταιες Τύψεις», μια σύνθεση που παρέμενε ημιτελής και του θύμιζε μια συμφωνία θλίψης, έναν φόρο τιμής στις ζωές που χάθηκαν βίαια. «Δεν είμαι Εβραίος, Ρομά, Πολωνός ή Ρώσος, αλλά στέκομαι δίπλα σε όσους διώκονται για αυτό που είναι. Ελπίζω να ζήσω σε έναν κόσμο όπου κάτι τέτοιο δεν θα ξανασυμβεί», δήλωσε.
Η χαμένη μουσική του Άουσβιτς σήμερα
Η ορχήστρα του Γκέγιερ παρουσίασε αυτά τα έργα σε μια επετειακή συναυλία το 2023, αποτίοντας φόρο τιμής στους μουσικούς του Άουσβιτς. Αυτές οι μελωδίες δεν είναι απλώς ήχοι από το παρελθόν· είναι μια ηχητική υπενθύμιση του τι μπορεί να αντέξει και να δημιουργήσει η ανθρώπινη ψυχή, ακόμα και στις πιο φρικτές συνθήκες.